S'atrophier στα ελληνικά
Μετάφραση: s'atrophier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατροφία, κατακεραυνώνω, ατροφίας, ατροφία του, ατροφία των, την ατροφία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adultérer στα ελληνικά - κάλπικος, πλαστός, πλαστογραφία, νοθεύω, κίβδηλος, αλλοιώνω, κατασκευάζω, ...
- alcoolique στα ελληνικά - μεθύστακας, αλκοολικός, άφθονος, αλκοολούχα, αλκοολικό, αλκοολούχων, αλκοολικού
- asphaltez στα ελληνικά - άσφαλτος
- athéisme στα ελληνικά - αθεϊσμός, αθεϊσμό, αθεϊσμού, αθεΐα, τον αθεϊσμό
Τυχαίες λέξεις
S'atrophier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατροφία, κατακεραυνώνω, ατροφίας, ατροφία του, ατροφία των, την ατροφία
Μεταφράσεις: ατροφία, κατακεραυνώνω, ατροφίας, ατροφία του, ατροφία των, την ατροφία