S'entrechoquer στα ελληνικά
Μετάφραση: s'entrechoquer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσκρούω, κλαγγή, κουδουνίζω, αψιμαχία, τραντάζω, αντιπαράθεση, κροταλίζω, σύγκρουση, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acceptai στα ελληνικά - Αποδεκτές, Δεκτές, αποδεκτή, Αποδεκτό, τις αποδεκτές
- affaiblit στα ελληνικά - αποδυναμώνει, εξασθενεί, εξασθενίζει, αδυνατίζει, αποδυναμώνει την
- chatouilleux στα ελληνικά - ευέξαπτος, εύθικτος, λεπτός, ευαίσθητος, οξύθυμος, φίνος, ολισθηρός, ...
Τυχαίες λέξεις
S'entrechoquer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσκρούω, κλαγγή, κουδουνίζω, αψιμαχία, τραντάζω, αντιπαράθεση, κροταλίζω, σύγκρουση, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή
Μεταφράσεις: προσκρούω, κλαγγή, κουδουνίζω, αψιμαχία, τραντάζω, αντιπαράθεση, κροταλίζω, σύγκρουση, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή