Saleté στα ελληνικά

Μετάφραση: saleté, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγαρίζω, λεκιάζω, βρομιά, γράσο, λιπαντικό, κακομοιριά, κηλίδα, μουρνταριά, βόρβορος, κοπριά, προστυχιά, ακαθαρσία, ευτέλεια, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά
Saleté στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agissant στα ελληνικά - απασχολημένος, ενεργός, δραστήριος, ακμαίος, δράση, ηθοποιία, ενεργεί, ...
  • assaillie στα ελληνικά - επιτέθηκε, αγνοηθούν, επιτέθηκαν, επιτεθεί, καταφέρονταν εναντίον
  • béant στα ελληνικά - χάσμημα, χασμουρητό, τεράστιο, το χασμουρητό, χασμουρητού
  • codifier στα ελληνικά - κώδικας, κωδικοποιώ, θα κωδικοποιήσει, κωδικοποιήσει, Κωδικοποίηση
Τυχαίες λέξεις
Saleté στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγαρίζω, λεκιάζω, βρομιά, γράσο, λιπαντικό, κακομοιριά, κηλίδα, μουρνταριά, βόρβορος, κοπριά, προστυχιά, ακαθαρσία, ευτέλεια, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά