Sanctionner στα ελληνικά

Μετάφραση: sanctionner, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκατάθεση, κύρωση, επικυρώνω, επιβεβαιώνω, βεβαιώνω, κυρώνω, διαβεβαιώνω
Sanctionner στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affriolant στα ελληνικά - ορεκτικός, σαγηνευτικός, θελκτικός, ελκυστικός, δελεαστικός, δελεαστική, γοητευτικό, ...
  • assainissant στα ελληνικά - απολυμαντικό, sanitizer, απολυμαντικού, απολυμαντικό χεριών, απολυμαντή
  • bloqué στα ελληνικά - μπλοκαριστεί, αποκλεισμένη, αποκλειστεί, μπλοκάρει, αποκλεισμένος
  • chiffré στα ελληνικά - κρυπτογραφημένα, κρυπτογραφημένη, κρυπτογραφημένο, κρυπτογραφημένων, κρυπτογραφημένες
Τυχαίες λέξεις
Sanctionner στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκατάθεση, κύρωση, επικυρώνω, επιβεβαιώνω, βεβαιώνω, κυρώνω, διαβεβαιώνω