Stérile στα ελληνικά
Μετάφραση: stérile, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθουλωμένος, υπόκωφος, τεμπέλης, άπαχος, ξιπασμένος, ματαιόδοξος, ξερός, στείρος, κλίνω, μάταιος, αδρανής, αργόσχολος, πεινασμένος, κούφιος, άδειος, κοίλος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admettre στα ελληνικά - εισάγω, εγκρίνω, παραδέχομαι, χορηγώ, αγκαλιάζω, διαβεβαιώνω, ομολογώ, ...
- baragouiner στα ελληνικά - τραυλίζω, ασυναρτησίες, ψιττακίζω, κελαρύζω, φλυαρώ, φλυαρία, πολυλογώ, ...
- battez στα ελληνικά - νικώ, χτυπώ, δέρνω, πάλη, αγώνας, μάχη, καταπολέμηση, ...
- bijou στα ελληνικά - πετράδι, κόσμημα, στολίδι, κοσμήματος, κοσμημάτων
Τυχαίες λέξεις
Stérile στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, υπόκωφος, τεμπέλης, άπαχος, ξιπασμένος, ματαιόδοξος, ξερός, στείρος, κλίνω, μάταιος, αδρανής, αργόσχολος, πεινασμένος, κούφιος, άδειος, κοίλος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, υπόκωφος, τεμπέλης, άπαχος, ξιπασμένος, ματαιόδοξος, ξερός, στείρος, κλίνω, μάταιος, αδρανής, αργόσχολος, πεινασμένος, κούφιος, άδειος, κοίλος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα