Vêtant στα ελληνικά

Μετάφραση: vêtant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δέσιμο
Vêtant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accommoder στα ελληνικά - κανονίζω, ντύνω, διασκευάζω, προμηθεύω, φόρεμα, επιβάλλω, θεσπίζω, ...
  • anachronisme στα ελληνικά - αναχρονισμός, αναχρονισμό, αναχρονιστικό, αναχρονιστική, αναχρονισμού
  • arborez στα ελληνικά - ανατρέφω, υψώνω, σηκώνω, αναστηλώνω, Με, Με την, Κατά, ...
  • bicoque στα ελληνικά - υπόστεγο, θαλαμίσκος, καλύβα, καμπίνα, παράγκα, παραγκουπόλεις, με παράγκες, ...
Τυχαίες λέξεις
Vêtant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δέσιμο