Öhr στα ελληνικά

Μετάφραση: öhr, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτί, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού
Öhr στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • besinnen στα ελληνικά - θυμάμαι, θυμάστε, θυμηθείτε, θυμόμαστε, να θυμάστε
  • bestrebt στα ελληνικά - ανήσυχος, ανήσυχοι, άγχος, άγχους, αγωνία
  • bettelte στα ελληνικά - επαιτεία, επαιτείας, ικετεύοντας, παρακαλώντας, ικετεύει
  • diktierender στα ελληνικά - δικτάτορας, υπαγόρευσης, υπαγορεύει, υπαγόρευσης του, που υπαγορεύει
Τυχαίες λέξεις
Öhr στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτί, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού