Αυτί στα γερμανικά
Μετάφραση: αυτί, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ohr, gehör, ähre, Ohr, Gehör, Ohren
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτί
αυτί τυμπανο, αυτί βουίζει, αυτί ppt, αυτί της θάλασσας, αυτί βουητό, αυτί λεξικό γλώσσας γερμανικά, αυτί στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αυτή στα γερμανικά - ihre, ihrer, dieser, sie, dieses, ihr, dies, ...
- αυτήν στα γερμανικά - ihr, ihre, selbst, sie, ihrer, ihren
- αυταπόδεικτος στα γερμανικά - axiomatisch, axiomatische, axiomatischen
- αυταρέσκεια στα γερμανικά - wohlbehagen, Selbstgefälligkeit, Selbstzufriedenheit, Spießigkeit
Τυχαίες λέξεις
Αυτί στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ohr, gehör, ähre, Ohr, Gehör, Ohren
Μεταφράσεις: ohr, gehör, ähre, Ohr, Gehör, Ohren