Ablehnen στα ελληνικά

Μετάφραση: ablehnen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπεσμός, σκουπίδια, περιφρόνηση, καταφρόνια, κλίνω, μαρασμός, απορρίπτω, περιφρονώ, αποχωρήσετε, εξαιρεθείτε, εξαιρεθείτε από, εξαιρεθούν από, αποχωρήσετε από
Ablehnen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ablegend στα ελληνικά - θέση, σε θέση, μπορούν, μπορεί, είναι σε θέση
  • ableger στα ελληνικά - γόνος, παρακλάδι, βλαστός, παραφυάδα, μπόλι, στρώμα, κλάδος
  • ablehnend στα ελληνικά - ομόφωνα, δυσμενής, δυσμενείς, δυσμενή, δυσμενών, αρνητική
  • ablehnung στα ελληνικά - αποπομπή, ομόφωνος, απόρριψη, απόλυση, απόρριψης, την απόρριψη, απορρίψεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Ablehnen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπεσμός, σκουπίδια, περιφρόνηση, καταφρόνια, κλίνω, μαρασμός, απορρίπτω, περιφρονώ, αποχωρήσετε, εξαιρεθείτε, εξαιρεθείτε από, εξαιρεθούν από, αποχωρήσετε από