Amtliche στα ελληνικά
Μετάφραση: amtliche, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπουργικός, Επίσημη, επίσημες, την επίσημη, επίσημο, Επίσημης
![Amtliche στα ελληνικά Amtliche στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-de-gr-1591.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amtierte στα ελληνικά - χοροστάτησε, χοροστατούντος, τέλεσε, officiated, πρωτοστάτησε
- amtlich στα ελληνικά - επίσημος, υπουργικός, αξιωματικός, επίσημες, επίσημη, επίσημων, επίσημο
- amtsbefugnis στα ελληνικά - αυθεντία, κύρος, εξουσία, μεταβιβάζουσα, εξουσιοδοτικής, η μεταβιβάζουσα, εξουσιοδοτούσα, ...
- amtsbefugnisse στα ελληνικά - αρμοδιότητα, επίσημες, επίσημων, επίσημη, επίσημο, την επίσημη
Τυχαίες λέξεις
Amtliche στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπουργικός, Επίσημη, επίσημες, την επίσημη, επίσημο, Επίσημης
Μεταφράσεις: υπουργικός, Επίσημη, επίσημες, την επίσημη, επίσημο, Επίσημης