Annehmbare στα ελληνικά

Μετάφραση: annehmbare, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδεκτός, δεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
Annehmbare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • annehmbar στα ελληνικά - δεκτός, μέτριος, διαβατός, αποδεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, ...
  • annehmbarer στα ελληνικά - αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
  • annehmbarkeit στα ελληνικά - αποδοχής, αποδοχή, αποδεκτό, δυνατότητα αποδοχής, την αποδοχή
Τυχαίες λέξεις
Annehmbare στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδεκτός, δεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού