Anwalt στα ελληνικά
Μετάφραση: anwalt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερασπιστής, συμβουλεύω, συνηγορώ, καμαρίλα, συνήγορος, δικηγόρος, υποστηρικτής, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anwachsung στα ελληνικά - προσαύξηση, πρόσφυση, επικάθηση, προσαύξησης, συσσώρευσης, πρόσφυσης
- anwahl στα ελληνικά - επιλογή, επιλογής, εξεταστική, Η επιλογή, την επιλογή
- anwaltsassistent στα ελληνικά - βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
- anwaltsassistentin στα ελληνικά - βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
Τυχαίες λέξεις
Anwalt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερασπιστής, συμβουλεύω, συνηγορώ, καμαρίλα, συνήγορος, δικηγόρος, υποστηρικτής, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος
Μεταφράσεις: υπερασπιστής, συμβουλεύω, συνηγορώ, καμαρίλα, συνήγορος, δικηγόρος, υποστηρικτής, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος