Attribut στα ελληνικά
Μετάφραση: attribut, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κτήμα, αναπληρωτής, διάσταση, περιουσία, ακίνητο, συμπλήρωμα, ιδιότητα, σπίτι, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- attrappe στα ελληνικά - πιπίλα, ανδρείκελο, κινήσεις, κινήσεις με, εικονική, ανδρεικέλου
- attrappen στα ελληνικά - πιπίλες, ανδρείκελα, ομοιώματα, κούκλες, ανδρεικέλων
- attribute στα ελληνικά - Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
- atypisch στα ελληνικά - άτυπος, άτυπα, άτυπη, άτυπες, άτυπων
Τυχαίες λέξεις
Attribut στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κτήμα, αναπληρωτής, διάσταση, περιουσία, ακίνητο, συμπλήρωμα, ιδιότητα, σπίτι, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Μεταφράσεις: κτήμα, αναπληρωτής, διάσταση, περιουσία, ακίνητο, συμπλήρωμα, ιδιότητα, σπίτι, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα