Ακίνητο στα γερμανικά
Μετάφραση: ακίνητο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
besitz, attribut, eigenschaft, grundstück, eigentum, immobilien, Immobilien, Immobilie
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακίνητο
ακίνητο ορισμόσ, ακίνητο τσοχατζόπουλου, ακίνητο να αγοράσει, ακίνητο κασσιόπης, ακίνητο στα αγγλικά, ακίνητο λεξικό γλώσσας γερμανικά, ακίνητο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ακάθεκτος στα γερμανικά - zügellos, impulsiv, hitzköpfig, ungestüm, ungestümen, ungestüme, heftigen
- ακέραιος στα γερμανικά - völlig, integral, ganze, integrierbar, eingebaut, ganz, insgesamt, ...
- ακίνητος στα γερμανικά - stille, beruhigen, geräuschlos, gleichwohl, friedlich, doch, mild, ...
- ακαδημία στα γερμανικά - akademie, Akademie, academy, Schule
Τυχαίες λέξεις
Ακίνητο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: besitz, attribut, eigenschaft, grundstück, eigentum, immobilien, Immobilien, Immobilie
Μεταφράσεις: besitz, attribut, eigenschaft, grundstück, eigentum, immobilien, Immobilien, Immobilie