Ausreichen στα ελληνικά

Μετάφραση: ausreichen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάνω, απαντώ, επαρκώ, απάντηση, αρκεί, επαρκεί, επαρκούν, αρκούν, αρκεί για
Ausreichen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ausrede στα ελληνικά - συγχωρώ, αφορμή, δικαιολογία, δικαιολογία για, πρόσχημα, πρόφαση
  • ausreichend στα ελληνικά - επαρκής, νισάφι, επαρκή, επαρκείς, αρκεί, επαρκές
  • ausreise στα ελληνικά - απόκλιση, αναχώρηση, αφήνοντας, αφήνει, έβγαλε, έξοδο, αποχωρούσα
Τυχαίες λέξεις
Ausreichen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάνω, απαντώ, επαρκώ, απάντηση, αρκεί, επαρκεί, επαρκούν, αρκούν, αρκεί για