Λέξη: ιστορώ

Σχετικές λέξεις: ιστορώ

οίνον ιστορώ

Συνώνυμα: ιστορώ

λέγω, διηγούμαι, αριθμώ, αναφέρω, σχετίζω, σχετίζομαι, συγγενεύω, αφηγούμαι

Μεταφράσεις: ιστορώ

ιστορώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chronicle, narrate

ιστορώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
crónica, narrar, contar, narran, relatar, narrará

ιστορώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
chronik, aufzeichnung, erzählen, zu erzählen, erzähle, schildern

ιστορώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
enregistrer, chronique, noter, consigner, raconter, narrer, relater, racontent, narration

ιστορώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
narrare, raccontare, raccontano, narrano, raccontare la

ιστορώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
narrar, narram, contar, narra, relatar

ιστορώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kroniek, vertellen, verhalen, narrate

ιστορώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
летописец, отметить, летопись, хроника, хронограф, отмечать, рассказывать, рассказать, повествуют, рассказывают, повествовать

ιστορώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
krønike, berette, fortelle, forteller, fortell, narrate

ιστορώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
berätta, narrate, berättar, skildrar, skil

ιστορώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kronikka, aikakirja, historia, kertomus, selostaa, kertoa, kertomaan, kertovat, narrate

ιστορώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fortælle, fortæller, indtaling, berette, beretter

ιστορώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zapsat, zaznamenat, kronika, vypravovat, vylíčit, líčit, vyprávět, vyprávějí

ιστορώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
notować, kronika, opowiadać, opowiedzieć, opowiadają, relacjonować, narrację

ιστορώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mesél, mesélni, elbeszélni, elmesélik, kommentálhatja

ιστορώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anlatmak, anlatmaya, anlatabilirim, anlatma

ιστορώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відзначати, відзначити, літописець, хроніка, розповідати, розказувати, говорити, розповідатиме, розповідатимуть

ιστορώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrëfej, rrëfejmë, transmetoi, tregoj, transmetonte

ιστορώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хроника, разказвам, разкажа, разказват, разкаже, се разкаже

ιστορώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
расказваць, распавядаць, апавядаць, рассказывать

ιστορώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kroonika, jutustama, jutustada, jutustavad, vestma, esitlema

ιστορώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kronika, ispričati, pripovijedati, pripovijedaju, pričati, pripovijeda

ιστορώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sagt, að sagt

ιστορώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kronika, pasakoti, papasakoti, nupasakoti, narrate, Atpasakodami

ιστορώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
hronika, stāstīt, pastāstīt, izstāstīt, stāstīs

ιστορώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
раскажуваат, раскажуваш, раскажам, прераскажам, се раскажуваат

ιστορώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cronică, cronic, povesti, povestesc, povesteasca, relata, nara

ιστορώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kronika, pripovedujejo, pripovedovati, pripoveduje, narrate, Pripovedati

ιστορώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kronika, rozprávať, vypravovať, porozprávať, vyrozprávať, vypravia
Τυχαίες λέξεις