Beschämung στα ελληνικά
Μετάφραση: beschämung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασυρμός, ταπείνωση, εξευτελισμός, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Μεταφράσεις
- beschämt στα ελληνικά - ντροπιασμένος, ντροπή, ντρέπεται, ντρεπόμαστε, ντρέπονται
- beschämte στα ελληνικά - ντροπιάσει, ντροπιασμένοι, ντροπιαστεί, ντρόπιασε, στηλιτεύσουμε
- beschämungen στα ελληνικά - ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, ταπεινώσεων, ταπεινώσεις που, εξευτελισμών
- beschönigen στα ελληνικά - δικαιολογία, συγχωρώ, αφορμή, ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, ...
Τυχαίες λέξεις
Beschämung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασυρμός, ταπείνωση, εξευτελισμός, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Μεταφράσεις: διασυρμός, ταπείνωση, εξευτελισμός, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή