Besoffener στα ελληνικά

Μετάφραση: besoffener, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφθονος, μεθύστακας
Besoffener στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • besoffene στα ελληνικά - μεθύστακας, άφθονος, μεθυσμένος, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
  • besoffenen στα ελληνικά - μεθυσμένος, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
  • besoffenheit στα ελληνικά - μεθυσμένος, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
  • besohlen στα ελληνικά - πέλμα, γλώσσα, σόλα, μόνος, μοναδικό, αποκλειστική
Τυχαίες λέξεις
Besoffener στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφθονος, μεθύστακας