Beteiligung στα ελληνικά

Μετάφραση: beteiligung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιράζω, μοιράζομαι, τόκος, ενδιαφέρον, αρραβώνες, πάσσαλος, κλήρος, επιτόκιο, παρουσία, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
Beteiligung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beteiligte στα ελληνικά - κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
  • beten στα ελληνικά - προσεύχομαι, Προσευχήσου, προσεύχονται, προσευχηθείτε, προσεύχεστε
  • betend στα ελληνικά - προσεύχεται, προσεύχονται, προσευχόταν, προσεύχονταν, προσευχόμενοι
Τυχαίες λέξεις
Beteiligung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιράζω, μοιράζομαι, τόκος, ενδιαφέρον, αρραβώνες, πάσσαλος, κλήρος, επιτόκιο, παρουσία, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής