Binde στα ελληνικά

Μετάφραση: binde, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλωστή, σύμπλεγμα, επίδεσμος, μεταβατικός, πετσέτα, χαρτοπετσέτα, υγείας, σερβιέτας, σερβιέτα
Binde στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bin στα ελληνικά - είμαι, am, Με, βρίσκομαι, αμ
  • bindebogen στα ελληνικά - μομφή, προσβολή, slur, μομφή από, κηλίδα
  • bindeglied στα ελληνικά - κρίκος, συνδέω, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, συνδέσμου
Τυχαίες λέξεις
Binde στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλωστή, σύμπλεγμα, επίδεσμος, μεταβατικός, πετσέτα, χαρτοπετσέτα, υγείας, σερβιέτας, σερβιέτα