Boden στα ελληνικά

Μετάφραση: boden, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυστηρός, πάτωμα, μαγαρίζω, όροφος, κουτί, καθίζω, ανατρέφω, γη, πισινό, πυγή, μόρτης, σοφίτα, πρύμνη, κάθισμα, βάθρο, προσαράσσω, έδαφος, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους
Boden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bockspringen στα ελληνικά - καβάλλες, ξεπεράσει, βαρελάκια, υπερπηδήσεως, προσπεράσουν
  • bockwurst στα ελληνικά - λουκάνικο
  • bodenbearbeitung στα ελληνικά - καλλιέργεια, γεωργία, οργώματος, άροσης, όργωμα
  • bodenbebauung στα ελληνικά - κατασκευή, την κατασκευή, κατασκευής, παραγωγής, παρασκευής
Τυχαίες λέξεις
Boden στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυστηρός, πάτωμα, μαγαρίζω, όροφος, κουτί, καθίζω, ανατρέφω, γη, πισινό, πυγή, μόρτης, σοφίτα, πρύμνη, κάθισμα, βάθρο, προσαράσσω, έδαφος, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους