Όροφος στα γερμανικά
Μετάφραση: όροφος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fußboden, schockieren, schiffsboden, stockwerk, etage, stock, boden, Fußboden, Boden, Etage, Stock, Stockwerk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όροφος
όροφος κόρινθος, όροφος ονειροκρίτης, όροφος σημασια, όροφος κλιση, πρώτος όροφος, όροφος λεξικό γλώσσας γερμανικά, όροφος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- όρκος στα γερμανικά - fluch, gelöbnis, eid, geloben, gelübde, schwur, Eid, ...
- όρος στα γερμανικά - semester, reittier, bedingung, laufzeit, ausdruck, gebirge, berg, ...
- όσιος στα γερμανικά - heilig, gesegnet, selig, Blessed, seligen, Gesegnete
- όσχεο στα γερμανικά - hodensack, Hodensack, Skrotum, Scrotum, Skrotums
Τυχαίες λέξεις
Όροφος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fußboden, schockieren, schiffsboden, stockwerk, etage, stock, boden, Fußboden, Boden, Etage, Stock, Stockwerk
Μεταφράσεις: fußboden, schockieren, schiffsboden, stockwerk, etage, stock, boden, Fußboden, Boden, Etage, Stock, Stockwerk