Demut στα ελληνικά
Μετάφραση: demut, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demoralisierte στα ελληνικά - ηθικό, ηθικό τους, το ηθικό, το ηθικό τους, πεσμένο ηθικό
- demos στα ελληνικά - επιδείξεις, δήμος, δήμο, δήμου
- demütig στα ελληνικά - άθλιος, ταπεινός, ταπεινή, ταπεινό, την ταπεινή, ταπεινοί
- demütigen στα ελληνικά - εξευτελίζω, πικρία, ταπεινώνω, ταπεινός, ξεφτιλίζω, ταπεινή, ταπεινό, ...
Τυχαίες λέξεις
Demut στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα
Μεταφράσεις: ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα