Denkwürdig στα ελληνικά

Μετάφραση: denkwürdig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξέχαστος, αξιομνημόνευτος, αλησμόνητος, αξέχαστες, αξέχαστη, αξέχαστο, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο
Denkwürdig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • denkt στα ελληνικά - σκέφτεται, νομίζει, θεωρεί, πιστεύει, πιστεύει ότι
  • denkweise στα ελληνικά - νόμιζα, σκέψη, νοοτροπία, σκεφτόμουν, ψυχοσύνθεση, τρόπος, τρόπο, ...
  • denkwürdigkeit στα ελληνικά - αξιομνημόνευτο, memorability, το memorability
  • denkwürdigkeiten στα ελληνικά - απομνημονεύματα, Αναμνήσεις, τα απομνημονεύματά, Απομνημονεύματά, Απομνημονευμάτων
Τυχαίες λέξεις
Denkwürdig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξέχαστος, αξιομνημόνευτος, αλησμόνητος, αξέχαστες, αξέχαστη, αξέχαστο, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο