Derjenige στα ελληνικά

Μετάφραση: derjenige, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκείνος, που, το ένα, αυτός, εκείνη, εκείνο, αυτή που
Derjenige στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dergleichen στα ελληνικά - παρόμοια, παρόμοιες, τα παρόμοια, τα συναφή, τα όμοια
  • derivat στα ελληνικά - παράγωγος, παραγωγό, παράγωγο, παραγώγου, παράγωγα, παραγώγων
  • dermatitis στα ελληνικά - δερματίτιδα, δερματίτιδας, δερματίτιδα εξ, δερματίτις, δερματίτιδες
  • dermatologe στα ελληνικά - δερματολόγος, δερματολόγο, το δερματολόγο, δερματολόγου, τον δερματολόγο
Τυχαίες λέξεις
Derjenige στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκείνος, που, το ένα, αυτός, εκείνη, εκείνο, αυτή που