Destruktiv στα ελληνικά
Μετάφραση: destruktiv, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστροφικός, υβριστικός, καταχρηστικός, καταστρεπτικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές
Μεταφράσεις
- destillierend στα ελληνικά - οινοπνευματοποιίας, απόσταξης, αποστάξεως, η απόσταξη, αποστάζει
- destilliert στα ελληνικά - αποσταγμένο, απεσταγμένο, απόσταξη, αποστάζεται, αποσταγμένου
- destruktive στα ελληνικά - καταστρεπτικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές
- deswegen στα ελληνικά - άραγε, εξαιτίας αυτού, λόγω αυτού, εξαιτίας αυτής, τον λόγο αυτό, λόγω αυτού του
Τυχαίες λέξεις
Destruktiv στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστροφικός, υβριστικός, καταχρηστικός, καταστρεπτικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές
Μεταφράσεις: καταστροφικός, υβριστικός, καταχρηστικός, καταστρεπτικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές