Ehemals στα ελληνικά
Μετάφραση: ehemals, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προηγούμενα, εφάπαξ, κάποτε, προηγουμένως, πρώην, παρελθόν, παλαιότερα, στο παρελθόν
Μεταφράσεις
- aufgebot στα ελληνικά - αγγελτήριο γάμων, banns, αναγγελία, τα banns
- autoritäten στα ελληνικά - δίαιτα, κυβέρνηση, καθεστώς, πολίτευμα, αρχές, Οι αρχές, αρχών, ...
- beliebtheit στα ελληνικά - δημοτικότητα, δημοτικότητά, τη δημοτικότητά, βαθμολογία τους, τη βαθμολογία
- beschrieben στα ελληνικά - περιγράφεται, περιγράφονται, που περιγράφονται, που περιγράφεται, περιγραφεί
Τυχαίες λέξεις
Ehemals στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προηγούμενα, εφάπαξ, κάποτε, προηγουμένως, πρώην, παρελθόν, παλαιότερα, στο παρελθόν
Μεταφράσεις: προηγούμενα, εφάπαξ, κάποτε, προηγουμένως, πρώην, παρελθόν, παλαιότερα, στο παρελθόν