Einlassen στα ελληνικά

Μετάφραση: einlassen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δέχομαι, αποδέχομαι, παίρνω, παραδέχομαι, εισάγω, ομολογώ, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ
Einlassen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abneigungen στα ελληνικά - Δεν μου αρέσει, αντιπάθειες, αντιπαθεί, τι όχι, απεχθάνεται
  • achtelnote στα ελληνικά - τρέμω, ογδόου, όγδοο, όγδοο τόνο, τον όγδοο τόνο
  • bündnis στα ελληνικά - συμμαχία, πρωτάθλημα, συνασπισμός, συνομοσπονδία, κατηγορία, Συμμαχίας, Alliance, ...
  • dickicht στα ελληνικά - πινέλο, βούρτσα, σκούπα, βουρτσίζω, λόχμη, άλσος, θάμνων, ...
Τυχαίες λέξεις
Einlassen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δέχομαι, αποδέχομαι, παίρνω, παραδέχομαι, εισάγω, ομολογώ, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ