Endgültig στα ελληνικά
Μετάφραση: endgültig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελευταίος, ύστατος, έσχατος, απώτατος, φτουρώ, αδιαμφισβήτητος, πειστικός, τελικά, τελικός, διαρκώ, οριστικά, τελική, τελικό, τελικής, τελικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- andauernde στα ελληνικά - εν εξελίξει, συνεχής, συνεχιζόμενες, συνεχιζόμενη, εξελίξει
- atlanten στα ελληνικά - άτλαντες, άτλαντες που, ατλάντων, άτλαντα, οι άτλαντες
- aufschriften στα ελληνικά - επιγραφές, επιγραφών, ενδείξεις, επιγραφές που, τις επιγραφές
- bits στα ελληνικά - κομμάτια, δυαδικά ψηφία, μπιτ, δυφία
Τυχαίες λέξεις
Endgültig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελευταίος, ύστατος, έσχατος, απώτατος, φτουρώ, αδιαμφισβήτητος, πειστικός, τελικά, τελικός, διαρκώ, οριστικά, τελική, τελικό, τελικής, τελικού
Μεταφράσεις: τελευταίος, ύστατος, έσχατος, απώτατος, φτουρώ, αδιαμφισβήτητος, πειστικός, τελικά, τελικός, διαρκώ, οριστικά, τελική, τελικό, τελικής, τελικού