Αδιαμφισβήτητος στα γερμανικά
Μετάφραση: αδιαμφισβήτητος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlüssig, endgültig, unbestreitbar, unstrittig, unumstritten, unanfechtbar, unbestreitbare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιαμφισβήτητος
αδιαμφισβήτητος στα αγγλικά, αδιαμφισβήτητος συνώνυμο, αδιαμφισβήτητος συνώνυμα, αδιαμφισβήτητοσ ετυμολογια, αδιαμφισβήτητος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αδιαμφισβήτητος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αδιάφορος στα γερμανικά - gleichgültig, lässig, uninteressant, nonchalant, indifferent, gleichgültigen, indifferenten
- αδιαλλαξία στα γερμανικά - unnachgiebigkeit, Unnachgiebigkeit, Intransigenz, Kompromisslosigkeit, Unversöhnlichkeit, die Unnachgiebigkeit
- αδιαφανής στα γερμανικά - undurchsichtig, dunkel, unklar, undeutlich, vage, unverständlich, opak, ...
- αδιαφορία στα γερμανικά - lässigkeit, gleichgültigkeit, apathie, nonchalance, Gleichgültigkeit, Indifferenz, gleichgültig
Τυχαίες λέξεις
Αδιαμφισβήτητος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schlüssig, endgültig, unbestreitbar, unstrittig, unumstritten, unanfechtbar, unbestreitbare
Μεταφράσεις: schlüssig, endgültig, unbestreitbar, unstrittig, unumstritten, unanfechtbar, unbestreitbare