Entscheiden στα ελληνικά
Μετάφραση: entscheiden, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικάζω, προσδιορίζω, υπολογίζω, αποφασίζω, επιδικάζω, καθορίζω, να αποφασίσει, αποφασίζει, αποφασίσει, αποφασίζουν, αποφασίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ahorn στα ελληνικά - σφεντάμι, Maple, σφενδάμου, σφενδάμνου, σφενδάμι
- argumentierte στα ελληνικά - υποστήριξε, υποστήριξαν, ισχυρίστηκε, ισχυρίστηκαν, υποστηριχθεί
- ausweichmanöver στα ελληνικά - ενέργεια διαφυγής, αποφυγής, ένα χειρισμό αποφυγής, χειρισμό αποφυγής, δράση αποφυγής
- diebische στα ελληνικά - σούφρωμα, κλοπή, thieving, κλοπές, κλέφτες
Τυχαίες λέξεις
Entscheiden στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικάζω, προσδιορίζω, υπολογίζω, αποφασίζω, επιδικάζω, καθορίζω, να αποφασίσει, αποφασίζει, αποφασίσει, αποφασίζουν, αποφασίσουν
Μεταφράσεις: δικάζω, προσδιορίζω, υπολογίζω, αποφασίζω, επιδικάζω, καθορίζω, να αποφασίσει, αποφασίζει, αποφασίσει, αποφασίζουν, αποφασίσουν