Entschließung στα ελληνικά
Μετάφραση: entschließung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, λύνω, διευθετώ, κήρυξη, ψήφισμα, ανάλυση, ψηφίσματος, ψήφισμά, ψήφισμα του
Μεταφράσεις
- andernfalls στα ελληνικά - αλλιώς, άλλος, διαφορετικά, άλλως, άλλο τρόπο, με άλλο τρόπο
- anhänglichkeit στα ελληνικά - εμμονή, ευλάβεια, αφοσίωση, αφοσίωσης, αφοσίωσή, την αφοσίωση
- benachteiligung στα ελληνικά - μειονέκτημα, διάκριση, διακρίσεων, διακρίσεις, των διακρίσεων, διάκρισης
- didaktische στα ελληνικά - διδακτικός, διδακτική, διδακτικό, διδακτικές, διδακτικών
Τυχαίες λέξεις
Entschließung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, λύνω, διευθετώ, κήρυξη, ψήφισμα, ανάλυση, ψηφίσματος, ψήφισμά, ψήφισμα του
Μεταφράσεις: αποφασίζω, λύνω, διευθετώ, κήρυξη, ψήφισμα, ανάλυση, ψηφίσματος, ψήφισμά, ψήφισμα του