Erkennung στα ελληνικά

Μετάφραση: erkennung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναγνώριση, ταυτότητα, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, η αναγνώριση
Erkennung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrichte στα ελληνικά - ενωτικής, jointer, λειάνσεως
  • aktiengesellschaft στα ελληνικά - συντεχνία, μετοχική εταιρεία, ανώνυμης εταιρίας
  • arbeitete στα ελληνικά - εργάστηκε, εργάστηκαν, εργαστεί, δούλεψε, λειτούργησε
  • ausgefertigt στα ελληνικά - που εκδίδεται, που εκδίδονται, εκδίδεται, εκδίδονται, εκδοθεί
Τυχαίες λέξεις
Erkennung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναγνώριση, ταυτότητα, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, η αναγνώριση