Erziehen στα ελληνικά

Μετάφραση: erziehen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σηκώνω, υψώνω, ανατρέφω, μορφώνω, εκπαιδεύω, τρέφω, πισινός, αναστηλώνω, φέρει επάνω, να εμφανιστεί, εμφανιστεί, φέρει μέχρι, να εμφανίσετε
Erziehen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstützend στα ελληνικά - υποστηρικτικά, αντιστήριγμα, υποστηρίζοντάς, ως αντιστήριγμα, υποστηρίζοντάς τα
  • bedrohlich στα ελληνικά - απειλητικός, απειλή, απειλητική, απειλητική για, απειλητικές
  • bestrahlte στα ελληνικά - ακτινοβολημένα, ακτινοβολείται, ακτινοβολούνται, ακτινοβοληθεί, ακτινοβολήθηκαν
  • dolch στα ελληνικά - μαχαίρι, αυτοκόλλητο, στιλέτο, εγχειρίδιο, σταυρό, με σταυρό
Τυχαίες λέξεις
Erziehen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σηκώνω, υψώνω, ανατρέφω, μορφώνω, εκπαιδεύω, τρέφω, πισινός, αναστηλώνω, φέρει επάνω, να εμφανιστεί, εμφανιστεί, φέρει μέχρι, να εμφανίσετε