Formell στα ελληνικά

Μετάφραση: formell, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσημος, επίσημα, επισήμως, τυπικά, επίσημη, τυπικώς
Formell στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abschöpfend στα ελληνικά - αποβουτύρωση, skimming, ξάφρισμα, προϊόντα εξαφρίσματος, ξαφρίσματος
  • beschwört στα ελληνικά - κλήση, κλήτευση, κλήτευσης, κλήσης, κλήσεως
  • böses στα ελληνικά - κακός, σατανικός, κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού
  • demütigen στα ελληνικά - εξευτελίζω, πικρία, ταπεινώνω, ταπεινός, ξεφτιλίζω, ταπεινή, ταπεινό, ...
Τυχαίες λέξεις
Formell στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσημος, επίσημα, επισήμως, τυπικά, επίσημη, τυπικώς