Günstig στα ελληνικά
Μετάφραση: günstig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευνοϊκός, επίκαιρος, ευμενής, ευνοϊκή, ευνοϊκές, ευνοϊκό, ευνοϊκών
Μεταφράσεις
- bebrillte στα ελληνικά - bespectacled, διοπτροφόρος, διοπτροφόρο, διοπτροφόρου, διοπτροφόρος &
- behob στα ελληνικά - επιλυθεί, επιλυθούν, επιλύονται, λυθεί, επίλυση
- biathlon στα ελληνικά - δίαθλο, διάθλου, δίαθλου, το δίαθλο
- deformierte στα ελληνικά - παραμορφωμένος, παραμορφωμένη, παραμορφωμένα, παραμορφωθεί, παραμορφωμένο
Τυχαίες λέξεις
Günstig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευνοϊκός, επίκαιρος, ευμενής, ευνοϊκή, ευνοϊκές, ευνοϊκό, ευνοϊκών
Μεταφράσεις: ευνοϊκός, επίκαιρος, ευμενής, ευνοϊκή, ευνοϊκές, ευνοϊκό, ευνοϊκών