Επίκαιρος στα γερμανικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
günstig, opportun, passend, rechtzeitig, aktuell, topisch, topische, topischen, aktuelle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας γερμανικά, επίκαιρος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα γερμανικά - anschlag, vergewaltigung, attackieren, attacke, angreifend, offensive, angriff, ...
- επίθετο στα γερμανικά - nachname, zuname, adjektivisch, familienname, eigenschaftswort, Adjektiv, adjective, ...
- επίκληση στα γερμανικά - bittgebet, aufruf, Aufruf, Beschwörung, Anrufung
- επίκριση στα γερμανικά - kritik, Kritik, die Kritik, Formen
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: günstig, opportun, passend, rechtzeitig, aktuell, topisch, topische, topischen, aktuelle
Μεταφράσεις: günstig, opportun, passend, rechtzeitig, aktuell, topisch, topische, topischen, aktuelle