Geisel στα ελληνικά

Μετάφραση: geisel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όμηρος, όμηρο, όμηροι, ομήρους, ομηρία
Geisel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arbeitsheft στα ελληνικά - φάκελο εργασίας
  • aufopfernd στα ελληνικά - αυτοθυσιαζόμενος, αυτοθυσιαστεί, αυτοθυσιαζόμενη, αυτοθυσία
  • debattierte στα ελληνικά - συζητηθεί, συζητήθηκαν, συζητήθηκε, συζήτησε, συζητηθούν
  • dichtstoff στα ελληνικά - κολλητών, σφραγιστικό, Στεγανοποιητικό, Sealant, στεγανωτικού
Τυχαίες λέξεις
Geisel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όμηρος, όμηρο, όμηροι, ομήρους, ομηρία