Genügsamkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: genügsamkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σεμνότητα, μετριοφροσύνη, απλότητα, λιτότητα, ταπεινοφροσύνη, μετριοπάθεια, σεμνότητας, τη σεμνότητα
Genügsamkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bereit στα ελληνικά - έτοιμος, πανέτοιμος, έγκαιρα, έτοιμη, έτοιμο, έτοιμοι, έτοιμα
  • beschreibung στα ελληνικά - απεικόνιση, περιγραφή, εικόνα, περιγραφής, περιγραφη, την περιγραφή
  • deeskalation στα ελληνικά - αποκλιμάκωσης, αποκλιμάκωση, την αποκλιμάκωση, αποκλιμάκωση που, της αποκλιμάκωσης
  • distelfink στα ελληνικά - καρδερίνα, goldfinch, καρδερίνας, καρδερίνες, ακανθυλλίς
Τυχαίες λέξεις
Genügsamkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σεμνότητα, μετριοφροσύνη, απλότητα, λιτότητα, ταπεινοφροσύνη, μετριοπάθεια, σεμνότητας, τη σεμνότητα