Gequält στα ελληνικά
Μετάφραση: gequält, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βασανιζόμενος, πικραμένος, πονεμένη, πονεμένης, πόνο στις, πονεμένες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgereist στα ελληνικά - αναχώρησε, αναχώρησαν, αναχωρήσει, Παρέκκλιση, έφυγε
- abhängen στα ελληνικά - εξαρτώμαι, κλάπα, εξαρτώνται, εξαρτάται, εξαρτηθεί, εξαρτάται από, εξαρτώνται από
- begierige στα ελληνικά - φιλομαθής, μελετηρός, studious, φιλομαθή, επιμελής
Τυχαίες λέξεις
Gequält στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βασανιζόμενος, πικραμένος, πονεμένη, πονεμένης, πόνο στις, πονεμένες
Μεταφράσεις: βασανιζόμενος, πικραμένος, πονεμένη, πονεμένης, πόνο στις, πονεμένες