Glänzen στα ελληνικά

Μετάφραση: glänzen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαμποκοπώ, γυαλίζω, λάμπω, μαρμαρυγή, αστράφτω, φεγγίζω, αναλαμπή, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Glänzen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgewandert στα ελληνικά - μετανάστευσαν, μετανάστευσε, μεταναστεύσει, μετεγκατάσταση, μεταναστεύει
  • ansprechend στα ελληνικά - ελκυστικό, ελκυστική, ελκυστικά, έκκληση, προσφυγής
  • beklagen στα ελληνικά - θρηνώ, λύπη, μοιρολογώ, λυπάμαι, μετανιώνω, οδυρμός, διαμαρτύρονται, ...
Τυχαίες λέξεις
Glänzen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαμποκοπώ, γυαλίζω, λάμπω, μαρμαρυγή, αστράφτω, φεγγίζω, αναλαμπή, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει