Glücklos στα ελληνικά

Μετάφραση: glücklos, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακόμοιρος, άτυχος, άτυχους, άτυχη, άτυχο, κακότυχος
Glücklos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anspruchsteller στα ελληνικά - ενάγων, ενάγοντα, αιτών, ενάγοντος, αιτούντα
  • auflegung στα ελληνικά - προσήλωση, χρήση, εφαρμογή, αίτηση, αρχή, έναρξη, Inception, ...
  • druckausgaben στα ελληνικά - εκδόσεις, Editions, εκδόσεων, τις εκδόσεις, οι εκδόσεις
  • drückt στα ελληνικά - πρέσες, πιεστήρια, πρέσσες, πιεστηρίων, πιεστηρια
Τυχαίες λέξεις
Glücklos στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακόμοιρος, άτυχος, άτυχους, άτυχη, άτυχο, κακότυχος