Gleichwohl στα ελληνικά

Μετάφραση: gleichwohl, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γαλήνιος, ωστόσο, ακόμα, ήρεμος, ακίνητος, παρ 'όλα αυτά
Gleichwohl στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angezogen στα ελληνικά - προσέλκυσε, προσελκύσει, προσελκύονται, έλκονται, προσέλκυσαν
  • anspannung στα ελληνικά - ζόρι, διηθώ, στραμπουλίζω, τεντώνω, ένταση, γένος, τάση, ...
  • brotaufstrich στα ελληνικά - διαδίδω, απλώνω, φουντώνω, επέκταση, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, ...
  • dimensional στα ελληνικά - διαστάσεων, τρισδιάστατο, τρισδιάστατη, τρισδιάστατα, διαστάσεις
Τυχαίες λέξεις
Gleichwohl στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γαλήνιος, ωστόσο, ακόμα, ήρεμος, ακίνητος, παρ 'όλα αυτά