Grasen στα ελληνικά

Μετάφραση: grasen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακυμαίνομαι, βόσκω, εμβέλεια, κουρεύω, γδέρνομαι, βοσκότοπος, σοδειά, φάσμα, αμυχή, εγγίζω, γδέρνω, βόσκουν, βόσκει
Grasen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgas στα ελληνικά - εξάτμιση, καυσαερίων, εξάτμισης, εξαγωγής, εξατμίσεως
  • abgesichert στα ελληνικά - αντισταθμιζόμενο, αντισταθμιζόμενη, αντισταθμισμένο, αντισταθμιζόμενων, αντισταθμισμένων
  • bioverfügbarkeit στα ελληνικά - βιοδιαθεσιμότητα, βιοδιαθεσιμότητας, η βιοδιαθεσιμότητα, τη βιοδιαθεσιμότητα, της βιοδιαθεσιμότητας
  • braut στα ελληνικά - νύμφη, νύφη, νύφης, τη νύφη, της νύφης
Τυχαίες λέξεις
Grasen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακυμαίνομαι, βόσκω, εμβέλεια, κουρεύω, γδέρνομαι, βοσκότοπος, σοδειά, φάσμα, αμυχή, εγγίζω, γδέρνω, βόσκουν, βόσκει