Βόσκω στα γερμανικά
Μετάφραση: βόσκω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
grasen, surfen, schürfwunde, weiden, Browsing, Suche läuft, Surfen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βόσκω
βόσκω αγγλικά, βόσκω συνώνυμα, δεν ξαναβόσκω, βόσκω λεξικό γλώσσας γερμανικά, βόσκω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- βόρβορος στα γερμανικά - schleim, mist, klärschlamm, abwasserschlamm, brühe, morast, schlamm, ...
- βόρειος στα γερμανικά - nördlich, Norden, Nord, Nord-
- βότανο στα γερμανικά - kraut, Kraut, Kräuter, herb, Pflanze
- βότσαλο στα γερμανικά - schindel, bubikopf, kies, Kiesel, Kieselstein, Kies
Τυχαίες λέξεις
Βόσκω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: grasen, surfen, schürfwunde, weiden, Browsing, Suche läuft, Surfen
Μεταφράσεις: grasen, surfen, schürfwunde, weiden, Browsing, Suche läuft, Surfen