Hartnäckig στα ελληνικά
Μετάφραση: hartnäckig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεισμωμένος, ισχυρογνώμων, πεισματάρης, με πείσμα, πεισματικά, επίμονα, πείσμα, επίμονη
Μεταφράσεις
- ansteckung στα ελληνικά - λοίμωξη, μόλυνση, μεταβίβαση, μίασμα, μόλυνσης, λοίμωξης, μολύνσεως
- belastete στα ελληνικά - φορτωμένος, φορτωμένο, φορτωθεί, φορτωμένων, φορτωμένη
- bereits στα ελληνικά - τιμή, ήδη, έχουν ήδη, που έχουν ήδη, έχει ήδη, που ήδη
- buchhändler στα ελληνικά - βιβλιοπώλης, βιβλιοπώλη, βιβλιοπώλης που, βιβλιοπωλών, το βιβλιοπώλη
Τυχαίες λέξεις
Hartnäckig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεισμωμένος, ισχυρογνώμων, πεισματάρης, με πείσμα, πεισματικά, επίμονα, πείσμα, επίμονη
Μεταφράσεις: πεισμωμένος, ισχυρογνώμων, πεισματάρης, με πείσμα, πεισματικά, επίμονα, πείσμα, επίμονη