Heiligkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: heiligkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιερότητα, αγιότητα, απαραβίαστο, αγιότητας, την αγιότητα, την Αυτού Αγιότητα, αγιότητος
Heiligkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auftakt στα ελληνικά - αρχίζω, ξεκινώ, ξεκίνημα, αρχή, προανάκρουσμα, προοίμιο, πρελούδιο, ...
  • bakterie στα ελληνικά - βακτηρίδια, βακτήριο, βακτηρίδιο, βακτηρίου, βακτηριδίου, το βακτήριο
  • bewohnbar στα ελληνικά - κατοικήσιμος, Κατοικήσιμη, κατοικήσιμο, ενδιαιτήσεως, κατοικήσιμα
  • bienenkörbe στα ελληνικά - μέλισσα, μελισσών, των μελισσών, μέλισσας, μέλισσες
Τυχαίες λέξεις
Heiligkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιερότητα, αγιότητα, απαραβίαστο, αγιότητας, την αγιότητα, την Αυτού Αγιότητα, αγιότητος