Hindern στα ελληνικά
Μετάφραση: hindern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προλαβαίνω, φραγμός, κωλυσιεργώ, αποκλείω, αποτρέπω, εμποδίζω, απαγορεύω, στηρίγματα, παρακωλύω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angeketteten στα ελληνικά - αλυσοδεθεί, αλυσοδεμένο, αλυσοδεμένος, αλυσοδεμένα, αλυσίδας
- breithacke στα ελληνικά - αξίνα, σκαπάνη, αξίνη, τσάπα, σκαλιστήρι
- brigade στα ελληνικά - ταξιαρχία, σύνταγμα, ταξιαρχίας, ταξιαρχία του, ταξιαρχία που, η ταξιαρχία
- drüsen στα ελληνικά - αδένες, αδένων, τους αδένες, οι αδένες, αδένες που
Τυχαίες λέξεις
Hindern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προλαβαίνω, φραγμός, κωλυσιεργώ, αποκλείω, αποτρέπω, εμποδίζω, απαγορεύω, στηρίγματα, παρακωλύω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει
Μεταφράσεις: προλαβαίνω, φραγμός, κωλυσιεργώ, αποκλείω, αποτρέπω, εμποδίζω, απαγορεύω, στηρίγματα, παρακωλύω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει