Παρακωλύω στα γερμανικά

Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
blockieren, absperren, verhindern, vorbeugen, hindern, behindern, versperren, behindert, zu behindern
Παρακωλύω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακωλύω

παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας γερμανικά, παρακωλύω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • παρακράτηση στα γερμανικά - haltung, einbehaltung, zurückhalten, beibehaltung, besitz, retention, Quellen, ...
  • παρακρατώ στα γερμανικά - rücklage, aktie, lagerbestand, abstammung, levkoje, fleischbrühe, vorrat, ...
  • παρακώλυση στα γερμανικά - verhinderung, störung, hindernis, widerstand, blockierung, verzögerung, hemmnis, ...
  • παραλέω στα γερμανικά - übertreiben, paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: blockieren, absperren, verhindern, vorbeugen, hindern, behindern, versperren, behindert, zu behindern