Hohe στα ελληνικά

Μετάφραση: hohe, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύψος, ψηλός, υψηλός, ψηλά, υψηλής, υψηλή, υψηλό
Hohe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ansäuern στα ελληνικά - οξύνω, οξινίζουμε, οξυνίζομε, οξινίζει, οξυνίζουμε, την οξίνιση
  • betastend στα ελληνικά - fingering, δαχτυλισμοί, δακτυλοθεσίες, δαχτυλισμών, δακτυλισμών
  • bezeichne στα ελληνικά - υποδηλώσει, υποδηλώνουν, δηλώνουν, σημαίνουν, χαρακτηρίζει
  • dahinschwinden στα ελληνικά - μαραίνω, μαραίνονται, μαραθούν, μαραθεί, σβήσει
Τυχαίες λέξεις
Hohe στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύψος, ψηλός, υψηλός, ψηλά, υψηλής, υψηλή, υψηλό